Αυτός:
Don't you know you' ve got your father's eyes? Father was an alcoholic.
Όλοι μου έλεγαν πάντα πόσο έμοιαζα στον πατέρα μου. Κουραστικό φορτίο. Ιδιαίτερα αφού για μένα δεν είχε τίποτα το ηρωικό η μορφή του. Σιχαινόμουν τη βαρετή επωδό για τους αγώνες της γενιάς του. Μετά από τα πρώτα ποτηράκια χανόταν στη δεκαετία του '60. Ποτέ μου δεν κατάλαβα τι το επαναστατικό είχαν όλα αυτά. Πόσο μάλλον βλέποντας αυτό το θλιβερό αποτέλεσμα: αυτό το ναυάγιο της ζωής στο τραπέζι της κουζίνας αγκαλιά με το ουίσκι και τα τραγούδια της εποχής εκείνης.
When you got nothing, you got nothing to lose
you're invisible now, you got no secrets to conceal
Αυτή:
Ηδονοβλεψίας του ακάλυπτου.
Παρατηρώ. Ζω τις ζωές των άλλων. Καθημερινά σήριαλ, καλύτερα από της τηλεόρασης.
Find a beautiful old street
Not rushing through this time
Στο παράθυρο πίσω από την πειρατική σημαία βλέπω ενα αγόρι με θλιμμένα μάτια. Το βλέπω να κοιτάει το ταβάνι. Να στέκεται ακίνητο ώρες πολλές. Να γράφει. Να χτυπάει με τις γροθιές του το μαξιλάρι. Να κλαίει.
Θυμάμαι που σε κοίταζα στην άκρη του γκρεμού
ισορροπώντας τάραζες το λάθος του καιρού
Έτσι ίσως γεννιέται μια αγάπη: πίσω από την κουρτίνα....
Κάθε βράδυ αργά βγαίνει για λίγο.
Μερικές φορές όταν γυρίζει, χαμογελάει.
Before you slip into unconciousness
I'd like to have another kiss
Αυτός:
Τίποτα δεν έχει νόημα. Έχω μια τυφλή οργή για όλους και για όλα. τις νύχτες που βλέπω τα κλειστά τους παράθυρα αναρωτιέμαι πώς μπορούν και κοιμούνται. Μα δεν κοιμούνται- είναι νεκροί και δεν το ξέρουν. Δεν υπάρχει ούτε μια ψυχή αληθινά ζωντανή.
Io nun piango pe' quarcuno che more,
Αυτή:
Ο κλειδαράς δε δυσκολεύτηκε να ανοίξει την πόρτα. Τον πλήρωσα και έφυγε.
Αυτό που έκανα δεν είχε καμία λογική.
Με βρήκε στο δωμάτιό του να διαβάζω ποιήματα και προκηρύξεις. Ήμουν τόσο γελοία και αυτός τόσο θυμωμένος...
You' re lost little girl
tell me who are you?
Γύρισα σπίτι σφίγγοντας μέσα σην τσέπη μου όσα χαρτιά δεν μπόρεσε να βρει και να μου πάρει. Τα διάβασα χίλιες φορές. Ύστερα άρχισα να κάνω ό,τι έκανε κι αυτός: να τα μοιράζω κάτω από τις πόρτες. Έγινα η αρραβωνιαστικιά του Πειρατή κι ας είχε ξεχάσει την ύπαρξη μου.
Meine Herren, da wird ihr Lachen aufhören
Denn die Mauern werden fallen hin
Und die Stadt wird gemacht dem Erdboden gleich.
Αυτός:
Καμιά φορά τη νύχτα στους δρόμους, όταν το φεγγάρι μου παίζει κρυφτό, θυμάμαι εκείνο το κορίτσι που νόμιζε πως μ' αγαπούσε. Δεν πιστεύω στην αγάπη. Δεν πιστεύω σε τίποτα.
Vaco distrattamente abbandunato...
Ll'uocchie sott''o cappiello annascunnute,
mane 'int''a sacca e bávero aizato...
Vaco siscanno ê stelle ca só' asciute...
Κάποια μέρα πρέπει να το αποφασίσω και να φύγω. Για πού; Δεν ξέρω.
Μα αυτό το κορίτσι θα τριγυρνάει ακόμα μέσα στο μυαλό μου.
Θα 'μαι πάντα εγώ μες στο όπλο σου σφαίρα
να σκοτώνεις αυτούς που σκοτώνουν τη μέρα
"...κι αν μας αντέξει το σκοινί, θα φενεί στο χειροκτρότημα.."
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπολαυστικό το κείμενο !
Καλημέρα θεία Θήτα
Ευχαριστώ, μια ιστορία αγάπης χωρίς αίσιο τέλος- όπως συνήθως δηλ. Καλημέρα.
ΑπάντησηΔιαγραφή